Σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, το 2019, η εθνική Κύπρου μέτρησε τρεις νίκες σε επίσημους αγώνες εντός ενός ημερολογιακού έτους.
Για τα προκριματικά του Euro2020 νίκησε δις τον Άγιο Μαρίνο και μία φορά το Καζακστάν. Δεν ήταν κάποιο ποδοσφαιρικό… ανδραγάθημα, αλλά με την πορεία των πραγμάτων τα τελευταία χρόνια ποιος μπορεί να προβλέψει με σχετική σιγουριά πότε θα φτάσουμε ξανά σε τέτοιο αριθμό νικών μέσα σε ένα έτος;
Το 2020 και το 2021 μετρήσαμε από μία νίκη, το 2022 φτάσαμε στις δύο, στο τρέχον έτος το κοντέρ γράφει 0-1-4. Η προοπτική είναι ευδιάκριτη και, δυστυχώς, εξαιρετικά δυσοίωνη.
Για ομοσπονδία, προπονητή, συλλόγους και παίκτες υπάρχουν και ευθύνες και ελαφρυντικά. Αναλόγως της οπτικής γωνίας του καθενός και της περίστασης υπερτονίζονται οι μεν ή τα δε.
Η πικρή αλήθεια είναι πως το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα ζημιώθηκε πολύ από την άποψη που κυριαρχούσε μέχρι πριν λίγα χρόνια, δηλαδή πως το κυπριακό ποδόσφαιρο είχε παράξει μια εξαιρετικά ταλαντούχα γενιά, με την οποία ήταν εφικτή η διεκδίκηση της υπέρβασης (βλέπε παρουσία σε τελική φάση Euro ή Mundial).
Εμφανίσεις και αποτελέσματα κατέδειξαν την ουρανομήκη απόσταση της πραγματικότητας από τη συγκεκριμένη πεποίθηση και οδήγησαν (εκτός από ανώμαλη προσγείωση και) στην απαξίωση της εθνικής ομάδας.
Βασική πηγή του κακού, ωστόσο, ήταν και παραμένει η απουσία γνώσης. Ποια είναι η ρεαλιστική προσδοκία και απαίτηση από την εθνική Κύπρου με βάση το υπάρχον υλικό; Τι χρειάζεται (βήμα προς βήμα) για να επιτευχθούν οι στόχοι της;
Έως ότου τα συγκεκριμένα ερωτήματα βρουν εξ ίσου συγκεκριμένες απαντήσεις, κάθε κουβέντα για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα απλά στερείται νοήματος.