Γούρλωσε τα μάτια με απορία και αμέσως έβαλε το ακουστικό στο αυτί του. Ήταν κάποια φάρσα; Κάποιο τρολ; Κάποια παγίδα; Ο Σενεγαλέζος δημοσιογράφος που είχε πάρει τον λόγο στην συνέντευξη τύπου, δεν ήταν όπως όλοι οι άλλοι: «Είμαι ένας νεαρός δημοσιογράφος που μόλις ξεκίνησε και θέλω να πω ότι δεν έχω καμία ερώτηση να σας κάνω! Ήθελα μόνο να έχω την ευκαιρία να σας πω πόσο μεγάλος οπαδός σας είμαι από μικρό παιδί».
Δεν είχε συνηθίσει σε επαίνους, κομπλιμέντα ή καλά λόγια. Αιφνιδιάστηκε. Σάστισε λιγάκι: «Θα ήθελα -αν θέλεις κι εσύ- να σου δώσω μία αγκαλιά. Ξέρεις, δεν ακούω και πολύ συχνά καλά λόγια». Ο ατσάλινος Κέρβερος Λουίς Φαν Χάαλ «έσπασε». Τα χείλη του σχημάτισαν -σπάνιο για αυτόν- ένα χαμόγελο. Η αγκαλιά που ακολούθησε ήταν σφιχτή, θερμή, ειλικρινής. Μήπως τελικά όλο αυτό που φορούσε τόσα χρόνια ήταν ένα «προσωπείο»;
Ήταν άραγε ο ίδιος άνθρωπος, ο οποίος πριν από μερικά χρόνια σε ερώτηση Ολλανδού δημοσιογράφου απάντησε με περίσσια αναίδεια: «Άραγε εγώ είμαι τόσο έξυπνος ή εσύ τόσο ηλίθιος»;
Στην πρώτη ανοιχτή προπόνηση μετά το 2-0 επί της Σενεγάλης στην πρεμιέρα, ο 71χρονος τεχνικός ήταν και πάλι ευδιάθετος, πρόσχαρος, έκανε σαν μικρό παιδί. Μπροστά στα ανοιχτά μικρόφωνα άρχισε να στέλνει σόκιν μηνύματα στην γυναίκα του: «Τρουους, τώρα που κερδίσαμε μπορείς να περάσεις από το δωμάτιο μου στο ξενοδοχείο για να τη βρούμε λίγο μαζί!». Κάτι τον είχε αλλάξει. Ίσως, κάτι που σε κάνει να βλέπεις την ζωή με διαφορετικό μάτι, κάτι που σε κάνει να αναθεωρείς το ύφος, τα λόγια, την συμπεριφορά σου.
Στις 11 Απριλίου έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους του Άμστερνταμ ένα δίωρο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Louis, ο άνθρωπος πίσω από τον θρύλο», που επιμελήθηκε με μαεστρία ο Γκέρτγιαν Λάστσε, ένα υπέροχο ψυχογράφημα μιας ανεξερεύνητης προσωπικότητας.
Κυρίαρχο ρόλο παίζει η μάχη που έδωσε πρόσφατα με μία επιθετική μορφή καρκίνου του προστάτη, ο πιο πολύπλοκος αντίπαλος που αντιμετώπισε ποτέ: «Πήγαινε στις προπονήσεις έχοντας έναν καθετήρα στο στομάχι του και μία σακούλα για να μαζεύει τα ούρα να κρέμεται στο πόδι του, μέσα από το παντελόνι. Οι παίκτες του δεν ήξεραν το παραμικρό. Ξετρύπωνε κρυφά από το προπονητικό κέντρο για να υποβληθεί μυστικά σε χημειοθεραπείες και επέστρεφε. Σε κάποια στιγμή είχε ένα ατύχημα με το ποδήλατο και χτύπησε το πόδι του. Ούτε αυτό τον εμπόδισε όμως, δεν έχασε ούτε μία μέρα, κοουτσάριζε από το αναπηρικό αμαξίδιο», εξομολογείται η σύζυγός του.
Ο ίδιος επέλεξε να υπάρχουν πλάνα από την στιγμή που ο γιατρός του ανακοινώνει ότι πάσχει από καρκίνο, ήταν ο δικός του τρόπος για να αποστιγματιστεί η λέξη, η ασθένεια που ακόμα και σήμερα παραμένει ταμπού. Στα πλάνα υπάρχει μία συνεχής ακροβασία ανάμεσα στο σοβαρό και στο κωμικό.
Όταν ο Στίβεν Μπέργκχαους του στέλνει μήνυμα στο WhatsApp για να του ευχηθεί περαστικά, εκείνος απαντά κυνικά: «Ευχαριστώ! Ελπίζω να είσαι έτοιμος για να γίνεις Παγκόσμιος Πρωταθλητής».
Για τον Λουίς Φαν Χάαλ δεν υπήρξε ποτέ κάποια κορυφή που μπορεί να μείνει απάτητη. Από την στιγμή που εκείνος, ένας παίκτης που σύμφωνα με τα δικά του αυτοσαρκαστικά λόγια «έτρεχε σαν να έχει καταπιεί ομπρέλα» κατάφερε να παίξει ποδόσφαιρο, τότε τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι ακατόρθωτο.
«Έχουμε μία τεράστια ευκαιρία να χριστούμε φέτος Παγκόσμιοι πρωταθλητές», το είπε αμέτρητες φορές σε συνεντεύξεις πριν από το Μουντιάλ, χωρίς όμως να εξηγεί το πως θα γίνει αυτό: «σε επίπεδο ατομικής ποιότητας η Αγγλία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ισπανία είναι καλύτερες από εμάς». Τότε, πως;
Υποστήριξε ότι θα φοράει σε κάθε ματς ένα τυχερό πορτοκαλί εσώρουχο, αλλά αυτό από μόνο του δεν φτάνει, για κάποιον που την ημέρα που ανέλαβε το τιμόνι Άγιαξ το 1991, στην πρώτη του δουλειά ως πρώτος προπονητής, αυτοσυστήθηκε λέγοντας το αμίμητο: «συγχαρητήρια στον Άγιαξ που πήρε τον καλύτερο τεχνικό στον κόσμο»!
Κάτι άλλο θα πρέπει να είχε / έχει στον νου του, δεν χωράει τόση σιγουριά.
Όταν τον ρώτησαν Ολλανδοί συνάδελφοι για τον λίγο χρόνο συμμετοχής στην φάση των ομίλων του προερχόμενου από τραυματισμό, Μέμφις Ντεπάι, η απάντηση ήταν ένα μείγμα σουρεαλισμού, αμετροέπειας, αλαζονείας, αλλά πάλι η μεγάλη εικόνα ήταν ακριβώς η ίδια: «Ο τρόπος που τον χρησιμοποιώ είναι ο μόνος που μπορεί να μας οδηγήσει στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου».
Αλαζονείας, είπαμε; Ποτέ του δεν αρνήθηκε πως είναι… αυτό που είναι και σε όποιον αρέσει. Όταν υπέγραψε στην Μπάγερν ταύτισε τον εαυτό του με το βαυαρικό DNA: «To moto της Μπάγερν είναι το Mia san mia. Είμαστε αυτοί που είμαστε. Έτσι είμαι κι εγώ. Είμαι γεμάτος αυτοπεποίθηση, αλαζόνας, κυρίαρχος, έντιμος, εργατικός και καινοτόμος».
Ας μείνουμε ξανά σε αυτό το τελευταίο. Το «καινοτόμος». Ο Λουίς Φαν Χάαλ, ποτέ του δεν ακολούθησε ποδοσφαιρικές μόδες και trends. Ήταν αυτός που τα δημιουργούσε, «στύβοντας» το μυαλό του, φτάνοντας στα όρια του.
Ήταν αυτός που στα μέσα των 90’s δημιούργησε το ποδόσφαιρο κατοχής, αυτός που δίδαξε την σημασία της κυριαρχικής επιρροής στην μπάλα. Εκείνος ο δικός του υπέροχος Άγιαξ, επαναπροσδιόρισε το ποδόσφαιρο, έδωσε την κεντρική ιδέα που εξέλιξαν ο Πεπ Γκουαρντιόλα και οι Ισπανοί με το tiki-taka.
Ο άνθρωπος, όσο περνάει ο χρόνος, έχει την τάση να γίνεται πιο συντηρητικός, σχεδόν δογματικός. Αρνείται να δοκιμάσει νέα πράγματα και είθισται να ζει με τα εμπειρικά βιώματα που έχει αποκτήσει.
Όχι, όμως εκείνος. Στα 71 του έκανε την μεγαλύτερη φιλοσοφική στροφή που μπορεί να κάνει ένας θεωρητικός του ποδοσφαίρου και να πάει από το possession στο position. Από την κατοχή, στο ποδόσφαιρο αντίδρασης.
Η δική του Ολλανδία δεν ενδιαφέρεται να έχει την μπάλα στα πόδια, δεν την θέλει, δεν την βολεύει. Δεν θέλει να χτίζει μεγάλες επιθέσεις, ούτε να φλυαρεί. Είναι μία ομάδα που επιλέγει να παίζει πίσω από την μπάλα και να χτυπάει σε instant offense, να εκτελεί ιδανικά με τρεις-τέσσερις-πέντε το πολύ επαφές!
Με ένα «ατυπικό» 3-5-2, το οποίο δούλευε ειδικά για τα νοκ-άουτ, με τον Χάκπο και τον Ντεπάι μπροστά, στο οποίο οι Ολλανδοί πρέπει να ανακαλύπτουν σε πραγματικό χρόνο τους κενούς χώρους, που μπορούν να δράσουν.
Τα… αμερικανάκια, ούτε που κατάλαβαν τι τους χτύπησε. Είχαν 58% κατοχής, σχεδόν διπλάσιες τελικές, τριπλάσιες ενέργειες στην αντίπαλη περιοχή, όμως ακόμα ψάχνουν να καταλάβουν πως οι δύο πλάγιοι μπακ των «οράνιε» τους «τρύπησαν» τόσες φορές, έχοντας συμμετοχή και στα τρία γκολ. Ένα τακτικό masterclass για αυτούς.
Την ώρα που ο Λουίς Φαν Χάαλ έδενε κόμπο τον αντίπαλο προπονητή, σε live μετάδοση στην ολλανδική τηλεόραση, ο Μάρκο Φαν Μπάστεν και Ράφαελ Φαν ντερ Φάαρτ τον στόλιζαν με ότι κοσμητικό επίθετο υπάρχει για το «κυνικό και χωρίς φαντασία ποδόσφαιρο» της Ολλανδίας.
Από την ημέρα που ανέλαβε ξανά τους «οράνιε» στις αρχές του 2021 παραμένει αήττητος σε 19 παιχνίδια, ενώ δεν έχει χάσει ποτέ σε Μουντιάλ (παρά μόνο σε διαδικασία των πέναλτι) στις τρεις διοργανώσεις που έχει οδηγήσει τους οράνιε!
Σε μία χώρα που αμφισβητεί τους πάντες και τα πάντα και σιχαίνεται όσο τίποτα τις αυθεντίες, η μόνη αληθινή αγκαλιά που μπορεί να περιμένει ο Λουίς Φαν Χάαλ -ακόμα κι αν κατακτήσει το Μουτνιάλ- είναι αυτή από τον Σενεγαλέζο θαυμαστή του…