Φταίει, εν πολλοίς, το γεγονός πως τα τελευταία χρόνια- όπως ήταν βέβαιο, με μαθηματική ακρίβεια, πως θα γίνει- τα πάντα, σε κάθε άθλημα, έχουν ποδοσφαιροποιηθεί: δεν μπορείς να είσαι απλά «ρομαντικός» με τα σπορ, δε γίνεται να σου αρέσουν πχ παραπάνω από μία ομάδες, να μη δίνεις και τόσο πολύ σημασία στο ποιος κερδίζει και το ποιος χάνει αλλά το πώς κερδίζει ή το πώς χάνει, είναι αδύνατον να σου αρέσουν δύο κορυφαίες ομάδες/ πιλότοι/ συνδυασμοί/ παίκτες και ούτω καθεξής.
Αν δεν είσαι μαζί μας, είσαι εναντίον μας- και, ως εκ τούτου, κάνουμε ζούγκλα το κάθε τι, ακόμα και τα πιο ευγενή σπορ όπως το τένις (εκεί που, πια, τα «Σέρβος ο μπαμπάς σας», «Σας πονάει ο Ναδάλ» και, λιγότερο πλέον, «Ελβετός καταστροφέας ονείρων» δίνουν και παίρνουν).
Φταίει, επίσης, και το αμαρτωλό του αγωνιστικό παρελθόν: ιδίως πριν από μερικά χρόνια η αδυναμία του να διαχειριστεί καταστάσεις που τον έφερναν, συχνά, χαμένο σε μια προσωπική μονομαχία εντός της πίστας, τις περισσότερες φορές αποφάσιζε να παίξει συγκρουόμενα, διεμβολίζοντας κάποιον.
Και αυτός ο «κάποιος» τις περισσότερες φορές ήταν μια Φεράρι- που με τους Τιφόζι απλά δεν μπλέκεις, εκτός κι αν μακροπρόθεσμα σκοπεύεις να οδηγήσεις για την Σκουντερία, οπότε ενδέχεται να σταματήσουν, σ’ ένδειξη καλής θέλησης, τα βουντού εις βάρος σου.
Όπως και να έχει, το αποτέλεσμα ήταν ένα: ο Μαξ Φερστάπεν, περί ου ο μυστηριώδης λόγος, είχε γίνει κόκκινο πανί και τα ένθεν κι ένθεν μπινελίκια για τους συγγενείς του πρώτου βαθμού έδιναν κι έπαιρναν. Παρά το γεγονός πως επρόκειτο για ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα όλων των εποχών στην Φόρμουλα 1, μάλλον αποτελούσε τον πιο «μισητό» πιλότο- εννοείται ότι μιλάμε, πάντα, για τους κορυφαίους συνδυασμούς.
Μόνο που αν αφήσουμε στην άκρη τα οπαδικά γυαλιά σε περιόδους πλήρους αθλητικού κανιβαλισμού, τότε θα έπρεπε να επικεντρωθούμε σε μία πολύ συγκεκριμένη πρόταση στην παραπάνω παράγραφο: ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα όλων των εποχών.
Και φέτος, πιο ώριμος και πιο σίγουρος από ποτέ, ο 24χρονος Ολλανδός το αποδεικνύει εμπράκτως καθόλη τη διάρκεια της (εκπληκτικής, είναι η αλήθεια) σεζόν: ο Μαξ για πρώτη φορά από τότε που μπήκε, στα 17 (!) του, στην F1 έχει ένα μονοθέσιο που μπορεί να κοιτάξει στα μάτια την ανίκητη Μερσέντες και… βγάζει μάτια.
Σε όσους αγώνες δεν είχε κάποια ατυχία (όπως το σκασμένο λάστιχο στο Μπακού, την στούκα με τον Μπότας στην Ουγγαρία ή την αντίστοιχη διαβόητη με τον Χάμιλτον στο Σίλιβερστόουν) ο Φερστάπεν έχει τερματίσει πρώτος ή δεύτερος, μετρώντας 9 νίκες σε 18 αγώνες- ένα ολόλαμπρο 50%, την στιγμή που ανταγωνίζεται έναν συνδυασμό (Merc-Ham) που έχει σαρώσει τους πάντες και τα πάντα την τελευταία 7ετία.
Η χθεσινή κίνησή του, δε, στην εκκίνηση του grand prix στο Μεξικό πέρα από την τεράστια κλάση του έδειξε πως πλέον έχει… πήξει το κεφάλι του σε ανησυχητικό βαθμό για τους υπόλοιπους: ο προ 4ετίας Φερστάπεν δύσκολα δε θα έριχνε μια ωραιότατη σέντρα ευρισκόμενος δίπλα-δίπλα με δύο Μερσέντες.
Τι έκανε αντ’ αυτού την Κυριακή ο Μαξ: εκμεταλλεύτηκε το γεγονός πως ο poleman Μπότας κόντεψε να λιποθυμήσει στην ιδέα πως ενδέχεται να στρίψει μπροστά από τον 2ο teammate του που κυνηγά το πρωτάθλημα και τους «άρπαξε» και τους δύο μαζί! Στην συνέχεια έκανε απλά μια βόλτα στο ασφάλτινο πάρκο και πήρε πανεύκολα μια ακόμα καρό σημαία.
Στον αντίποδα, υπάρχει ο Λιούις. Ο 7 φορές παγκόσμιος πρωταθλητής, ο ρέκορντμαν σε pole positions και νίκες και αυτός που απειλεί να φτάσει στο μαγικό «8»- έναν αριθμό που ακόμα και ο ανυπέρβλητος Μίκαελ Σουμάχερ «απέτυχε» να φτάσει.
Ο Χάμιλτον είναι κι αυτός «θύμα» της γενικότερης ζουγκλοποίησης («Χαϊδεμένος της FIA», «Τυχερός», «Δεν είναι ούτε για 2 τίτλους» και άλλες εξυπνάδες για έναν πιλότο που, ξεκάθαρα, αποτελεί έναν από τους 3-4 κορυφαίους ever, ου μην και το απόλυτο νο1…), όμως διαχειρίζεται με πρωτοφανή ικανότητα και αδιανόητη σταθερότητα κάθε αναποδιά που του παρουσιάζεται.
Ή, αν θέλουμε να είμαστε ελαφρώς πιο ακριβείς, διαχειριζόταν: φέτος ο Βρετανός έχει υποπέσει σε σωρεία λαθών για τη δική του, αξεπέραστη κλάση (θυμηθείτε την Ίμολα, την μοιραία γκάφα στο Αζερμπαϊτζάν, την κακή απόδοση στην Τουρκία, τις κακές κατατακτήριες στο Μονακό αλλά ακόμα και την Αυστρία, όταν και «πλήγωσε το μονοθέσιό του) και για πρώτη φορά μετά από έναν αγωνιστικό αιώνα βλέπει το πρωτάθλημα να είναι περισσότερο στα χέρια του Φερστάπεν και λιγότερο στα δικά του.
Κι εδώ έρχεται ο τίτλος του άρθρου να κάνει την καθυστερημένη εμφάνισή του: γιατί, επιτέλους, δε λέει κάποιος το προφανές. Ότι, δηλαδή, ο Μαξ το 2021 είναι καλύτερος από τον Χάμιλτον.
Προσοχή, όχι με τον ιερό φανατισμό των «Ή μαζί μας ή εναντίον μας» που αίφνης, μέσα στην μηχανοκίνητη τύφλωσή τους, θεωρούν τον 36χρονο θρύλο έναν μετρίως μέτριο πιλότο, αλλά με αυστηρά αντικειμενικά κριτήρια: ο Ολλανδός χωρίς να έχει ξεκάθαρα καλύτερο μονοθέσιο (Ρεντ Μπουλ και Μερσέντες είναι σχεδόν ισοδύναμες, με τη μία να κυριαρχεί στην πίστα Α και την άλλη στην πίστα Β) είναι μπροστά σε όλες τις σημαντικές κατηγορίες-νίκες, pole, πρωτοπορία στους αγώνες συνολικά- και είναι αυτός που δικαιούται σε τέσσερις αγώνες από τώρα να κατακτήσει τον τίτλο.
Το «δυστύχημα» για τον Μαξ είναι ένα και μόνο ένα: καλείται να ρίξει από τον θρόνο τον δυσκολότερο, ίσως, αντίπαλο στην ιστορία του σπορ. Τον Λιούις Χάμιλτον, ο οποίος έχει και την εμπειρία και το ταλέντο και τη διαολεμένη ταχύτητα ν’ ανατρέψει τα εις βάρος του προγνωστικά.Άλλωστε, η διαφορά ανάμεσα στους 2 είναι μόλις 19 βαθμοί. Και η εικόνα του πρωταθλήματος είναι για να προπορεύεται ο Φερστάπεν με τουλάχιστον 50-60. Εφόσον δε συμβαίνει αυτό, τότε…
Τότε ναι, ο καλύτερος το 2021 Μαξ παραμένει το φαβορί.
Αλλά, αλήθεια, είστε σίγουροι πως τολμάτε να ποντάρετε εναντίον του Χάμιλτον;